ΜΕΤΑΦΡΑΣΕΙΣ
compote
κομπόστα
concentrated tomato juice
συμπυκνωμένος χυμός ντομάτας
condiment
καρύκευμα, άρτυμα (αλάτι, πιπέρι κλπ), σάλτσα
conserve
συνδυασμός φρούτων μαγειρευμένα με ζάχαρη. Συνήθως προστίθονται καρύδια και σταφίδες
consistency
συνέπεια,πυκνότητα
cook
παρασκευάζω, μαγειρεύω, μάγειρας, μαγείρισσα
cooking fat
μαγειρικό λίπος
cooking fat
μαγειρικό λίπος
cooking foil
αλουμινόχαρτο
cooking oil
λάδι μαγειρέματος
cool
δροσερός, ψυχρός, ψύχω
coriander
κόλιαντρο
corn
ο σπόρος από οποιοδήποτε δημητριακό (π.χ. καλαμπόκι, σιτάρι, βρώμη)
corn flower
κορν φλάουρ
cornbread
μπομπότα
corned beef
κορνμπίφ
cornmeal
καλαμποκάλευρο
cottage cheese
είδος μαλακού ανάλατου λευκού τυριού (σε τρίμματα)
country sausage
χωριάτικο λουκάνικο
cover
καλύπτω, σκεπάζω
crab
καβούρι
crab boil
μείγμα χορταρικών και καρυκευμάτων. Χρησιμοποιείται για να δώσει γεύση στο νερό για φαγητό με θαλασσινά
cracker
κράκερ, μπισκότο
crackling
τραγανά κομμάτια από μαγειρεμένο παχύ κρέας, όπως αλμυρό χοιρινό
crawfish
(οστρακόδερμο) ποταμοκαραβίδα
cream
αφρόγαλα, κρέμα (γάλακτος), αφρός, κάνω πουρέ
cream cheese
είδος μαλακού τυριού
creamy sauce
αφράτη σάλτσα
crop
συγκομιδή, θερίζω
crumb
ψίχουλο
crumble
θρυμματίζω
crush
λιώνω, συντρίβω, συνθλίβω
cube
κύβος
cucumber
αγγούρι
cumin
κύμινο
cup
κύπελλο, φλιτζάνι, κούπα
cupboard
ντουλάπι (με ράφια)
currant
σταφίδα σουλτανίνας
currant bun
σταφιδόψωμο
cut
τέμνω, κόβω
cuttle fish in wine sauce
σουπιές κρασάτες
dairy cream
κρέμα γάλακτος
dash
μικρή, αλλά ουσιώδης προσθήκη, πρέζα (λιγότερο από 1/8 κουταλάκι του γλυκού)
decorate
διακοσμώ, στολίζω
deep fry
μαγειρεύω σε καυτό λίπος, αρκετό για να σκεπάσει εντελώς το φαγητό
deglaze
προσθέτω υγρό στην κατσαρόλα που μαγείρεψα το κρέας ή κάποιο άλλο φαγητό. Το υγρό αυτό (συνήθως ζωμός ή κρασί), καθώς θερμαίνεται βοηθά να ξεκολήσει το φαγητό που είχε απομείνει στην κατσαρόλα και χρησιμοποιείται συχνά σαν βάση για σάλσα
degrease
απολιπαίνω
degree
βαθμός
dehydrate
αφυδατώνω
delicacy
μεζές, κάτι νόστιμο